- παπάζι
- και παπάδι, το1. το πλέγμα που συνδέει τη φούντα με το φέσι2. η φούντα τού φεσιού και ιδίως τών ναυτικών3. συνεκδ. το φέσι και ιδίως τών γυναικών4. ναυτ. στουπί που χρησιμοποιείται για το σφουγγάρισμα τού καταστρώματος πλοίου.[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. papazi].
Dictionary of Greek. 2013.